ΤΥΧΕΡΟ
Το Τυχερό βρίσκεται 50 χλμ. βορειοανατολικά της Αλεξανδρούπολης και 4 χλμ. δυτικά του ποταμού Έβρου. Είναι η έδρα της Δημοτικής Ενότητας Τυχερού του Δήμου Σουφλίου και μπροστά του απλώνεται η εύφορη πεδιάδα με παραδοσιακές και σύγχρονες καλλιέργειες. Φημισμένα είναι τα πεπόνια Τυχερού, αλλά και τα σπαράγγια.
Οι κάτοικοί του προέρχονται στη συντριπτική τους πλειοψηφία, από δύο αρβανιτόφωνα χωριά που βρίσκονται λίγο νοτιότερα, στην απέναντι όχθη του ποταμού. Εγκαταστάθηκαν εδώ το 1922 με την ανταλλαγή των πληθυσμών. Το αρχικό όνομα του χωριού ήταν Μπίντικλι. Μετονομάστηκε σε Τύχιον όταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος σε μια στάση του στο χωριό, μίλησε στους κατοίκους του, φέρνοντας καλοτυχία και επιτυχία στη συνθήκη των Σεβρών. Το 1953, το Τύχιον εκδημοτίζεται σε Τυχερό.
Στην είσοδο του Τυχερού, περιμετρικά της τεχνητής λίμνης Τυχερού, απλώνεται ένα πλήρες, πρωτότυπο και ιδιαίτερο συγκρότημα αναψυχής, με υποδομές διασκέδασης, άθλησης και χαλάρωσης. Το Οικοτουριστικό Κέντρο Τυχερού αποτελεί εξαιρετική πρόταση για εναλλακτικές διακοπές και ξεκούραση και λειτουργεί ως ορμητήριο για κοντινές εκδρομές στο Δέλτα Έβρου και το Δάσος Λευκίμης - Δαδιάς.
Ξενώνας με εκπληκτική θέα στη λίμνη Τυχερού, χαλάρωση, ζεστασιά γύρω από το τζάκι της σάλας, μετατρέπουν τη διαμονή ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα και χαλαρωτική. Κατά τους καλοκαιρινούς μήνες λειτουργούν Κολυμβητήριο - Πισίνα, ως όαση δροσιάς για δημότες και επισκέπτες και θερινό αμφιθέατρο για πολιτιστικές εκδηλώσεις και μουσικοχορευτικές παραστάσεις.
Παράλληλα, εναλλακτικές προτάσεις διασκέδασης, άσκησης και επαφής με τη φύση. Ποδήλατο, κανό, τοξοβολία και μαθήματα ιππασίας ή βόλτες με άλογα σε μικρές ή μεγαλύτερες διαδρομές που φθάνουν μέχρι τις όχθες του ποταμού Έβρου.
Εδώ κάθε καλοκαίρι διοργανώνεται το Φεστιβάλ Νεολαίας Τυχερού, με πολλές εκδηλώσεις και δραστηριότητες και την συμμετοχή γνωστών και σπουδαίων καλλιτεχνών.
ΦΥΛΑΚΤΟ
Βρίσκεται 2 χιλιόμετρα μακριά από το Τυχερό. Χωριό γραφικό και νοικοκυρεμένο. Στο χωριό βρέθηκε απολιθωμένος κορμός δρυός 19 μέτρων, που η ηλικία του χρονολογείται τουλάχιστον 25 εκατομμυρίων χρόνων. Το γεγονός αυτό έφερε το Φυλακτό στο προσκήνιο του παλαιοντολογικού και αρχαιολογικού ενδιαφέροντος.
Το απολιθωμένο δάσος της ευρύτερης περιοχής Φυλακτού δημιουργήθηκε εξαιτίας ευνοϊκών συνθηκών απολίθωσης και συνδέεται άμεσα με την ηφαιστειακή δράση που υπήρχε στην περιοχή πριν 25.000.000 χρόνια. Στην περίπτωση του απολιθωμένου δάσους της ευρύτερης περιοχής Φυλακτού, η απολίθωση είναι τέλεια. Διατηρούνται σε άριστη κατάσταση τα εξωτερικά μορφολογικά γνωρίσματα των κορμών των δέντρων, π.χ. οι αυξητικοί δακτύλιοι, ο φλοιός καθώς επίσης και η εσωτερική δομή του ξύλου από την μικροσκοπική μελέτη της οποίας προσδιορίζεται το γένος και το είδος του απολιθωμένου δέντρου.
Τεμάχια από τα απολιθωμένα ευρήματα βρίσκονται στο προαύλιο του Kέντρου Οικοτεχνίας - Χειροτεχνίας Φυλακτού και στο πάρκο του χωριού, ενώ έξω από το χωριό βρίσκεται η απολιθωμένη βελανιδιά μήκους 19 μέτρων.
ΛΕΥΚΙΜΗ
Παλιό όμορφο γραφικό χωριό στις παρυφές του προστατευόμενου δάσους Λευκίμης - Δαδιάς. Για την ίδρυση του υπάρχουν δυο εκδοχές. Η πρώτη υποστηρίζει ότι ιδρύθηκε τον 13ο αιώνα από τους Καταλανούς. Η δεύτερη ανάγει την ίδρυσή του στις αρχές του 17ου αιώνα από μετακινήσεις πληθυσμών της γύρω περιοχής και από κατοίκους της αρχαίας Δύμης. Το όνομά του Καβατζίκι (Λευκίμη) το πήρε από τις πολλές λεύκες που υπήρχαν στον τόπο προέλευσης των κατοίκων. Μέχρι το 1927 ήταν από τα μεγαλύτερα κεφαλοχώρια και εμπορικό κέντρο της περιοχής. Τότε το χωριό αλλάζει όνομα από Καβατζίκι σε Λευκίμη. Τα εναπομείναντα κτίρια μαρτυρούν την τότε οικονομική του ευμάρεια.
Σήμερα η Λευκίμη έχει να επιδείξει τα πολλά καλοδιατηρημένα πηγάδια, την όμορφη πλατεία της, τον παλιό γιαχανά και τις δύο εκκλησίες, της Κοιμήσεως της Θεοτόκου με το σπάνιο ξυλόγλυπτο τέμπλο και τις παλιές εικόνες του 1834 και του 1850, και της Γενεσίου της Θεοτόκου.
Το βουνό της, πλούσιο σε βλάστηση, προσφέρεται για πεζοπορία και παρατήρηση ζώων και αρπακτικών καθώς διαθέτει και το δικό του παρατηρητήριο. Στη Λευκίμη λειτουργούν δύο παραδοσιακοί ξενώνες.
ΚΟΡΝΟΦΩΛΙΑ
Λίγο πριν το Σουφλί συναντάμε την Κορνοφωλιά, χωριό κτισμένο σε καταπράσινη λοφοπλαγιά που αντικρύζει την Ανατολή. Η Κορνοφωλιά είναι πολύ παλιός οικισμός που διατηρεί τ' όνομα του ολόιδιο από τους μακρινούς χρόνους της Τουρκοκρατίας. Ντερβέν Καράμπουνάρ την έλεγαν οι Τούρκοι, δηλαδή Μαυροπήγαδο της Κλεισούρας από τη στενωπό νότια του χωριού και από το κεντρικό πηγάδι που υπάρχει και σήμερα δίπλα στην κεντρική πλατεία, το Μεσοχώρι. Καράμπουνάρ την ονομάζει και ο Εβλιγιά Τσελεμπή που πέρασε απ' αυτή το 1667.
Όμως στη γλώσσα των κατοίκων (που ήταν όλοι τους Έλληνες), και στους παλιούς κώδικες της Μητρόπολης του Διδυμοτείχου, το χωριό πάντοτε λέγονταν Κορνοφωλέα ή Κορνοφωλιά. Προφανώς πήρε τ' όνομα αυτό από τις άφθονες κουρούνες, δηλαδή τα κοράκια, που φώλιαζαν στα μεγάλα παλιά δέντρα, τις φτελιές, τα καραγάτσια όπως τα έλεγαν τότε και που ήταν γύρω από το παλιό πηγάδι.
Εκείνο όμως που κάνει γνωστή σήμερα την Κορνοφωλιά είναι το περίφημο μοναστήρι της που βρίσκεται ένα χιλιόμετρο περίπου στα δυτικά του χωριού. Το μοναστήρι της Κοίμησης της Θεοτόκου που είναι μετόχι της Μονής Ιβήρων του Αγίου 'Όρους.
Η ιστορία του χάνεται στα βάθη του παρελθόντος. Φαίνεται πως στην αρχή ήταν μικρό ξωκκλήσι που τιμούνταν στ' όνομα της Κοίμησης της Θεοτόκου. Κι' ήταν το ξωκκλήσι αυτό πλάι' σε πηγή με καθαρό και πόσιμο νερό. Η πηγή αργότερα έγινε υπόγεια δεξαμενή και πηγάδι που βρίσκεται σήμερα μέσα στην εκκλησία του μοναστηριού και αποτελεί άγιασμα του.
Το αρχαιότερο κείμενο που υπάρχει σήμερα και αφορά την ιστορία του είναι πατριαρχικό συγγίλιο (απόφαση) του 1781 και βρίσκεται στη βιβλιοθήκη της Μονής Ιβήρων του Αγίου Όρους. Με την απόφαση αυτή αναγνωρίζεται ότι η Μονή νόμιμα περιήλθε από τη Μητρόπολη Διδυμοτείχου στη Μονή Ιβήρων το 1756 που ανέλαβε να ανταποκριθεί στις οικονομικές υποχρεώσεις της.
Η φήμη της θαυματουργής εικόνας της Παναγίας της Πορταΐτισσας, που βρίσκεται στο μοναστήρι, είχε απλωθεί σ' όλη τη Θράκη. Η εικόνα της είναι αντίγραφο της Πορταΐτισσας του Αγίου Όρους και ήρθε από τη Μονή των Ιβήρων όταν το μοναστήρι έγινε μετόχι του. Λένε πως είναι έργο του Πανσέληνου, δεν υπάρχει όμως κανένα γραπτό στοιχείο για τη χρονολόγηση της. Το μοναστήρι έγινε αναπόσπαστο μέρος της λατρευτικής ζωής του λαού του Έβρου και η ιστορία του δένεται με την ιστορία της περιοχής.
ΣΟΥΦΛΙ
Το Σουφλί απέχει 65χλμ. από την Αλεξανδρούπολη. Ξακουστό για τα μεταξωτά και την πλούσια εθνική και λαογραφική παράδοση. Η παράδοση αναφέρει ότι κτίστηκε στα μέσα του 18ου αιώνα, αλλά είναι βέβαιο ότι το Σουφλί κατοικούνταν από την Αλεξανδρινή εποχή. Αυτό διαπιστώνεται από αρχαιολογικά ευρήματα που ανακαλύφθηκαν στην περιοχή, καθώς και από την ανακάλυψη τάφων της ελληνιστικής περιόδου. Όμως το έντονο θρακιώτικο στοιχείο στα έθιμα της περιοχής μαρτυρεί την καταγωγή των Σουφλιωτών από το μεγάλο θρακικό φύλο της Βαλκανικής Χερσονήσου και των νησιών του βορειοανατολικού Αιγαίου.
Η ιστορία του Σουφλίου είναι άμεσα συνδεδεμένη με το μετάξι τους δύο τελευταίους αιώνες και έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στην οικονομική και πολιτιστική ανάπτυξη της περιοχής. Για πρώτη φορά το Σουφλί αναφέρεται από τον Τούρκο περιηγητή Εβλιγιά Τσελεμπή το 1667 μ.Χ, με το όνομα Σοφουλού. Την περίοδο εκείνη ήταν ένα κεφαλοχώρι, απαλλαγμένο από φόρους. Την τουρκική ονομασία Σοφουλού πιθανώς να την πήρε από παλιό μουσουλμανικό μοναστήρι που βρισκόταν στην περιοχή. Υπάρχει όμως και μια άλλη εκδοχή, ότι το Σουφλί πήρε την ονομασία του από τ' όνομα κάποιου βυζαντινού γαιοκτήμονα που λεγόταν Σουφλής.
Το Σουφλί υπήρχε από το 16ο αι. Μέχρι τότε υπήρχαν κάποιοι οικισμοί, σε ψηλά σημεία, μέσα στη σημερινή θέση της πόλης, αλλά και γύρω από αυτή. Οι οικισμοί ήταν τόσο ασήμαντοι, ώστε να μην προκαλούσαν το ενδιαφέρον των περιηγητών. Πριν από το16ο αιώνα άρχισαν να ενώνονται και σύντομα αποτέλεσαν το χωριό, που αναφέρει ο Εβλιγιά Τσελεμπή.
Στο Σουφλί λειτουργεί το "Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Σουφλίου", το οποίο υλοποιεί προγράμματα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης για σχολεία όλης της Ελλάδας με θεματολογία: «Αειφόρος ανάπτυξη - Εναλλακτικές λύσεις ανάπτυξης της περιοχής - Σηροτροφία - Οικοτουρισμός, Το νερό, Το δάσος και οι λειτουργίες του, Η διαχείριση των απορριμμάτων - Ανακύκλωση», με παράλληλες επισκέψεις στο Δάσος της Δαδιάς και τον ποταμό Έβρο.
Εδώ υπάρχει το Μουσείο του Μεταξιού στο αρχοντικό του ιατρού, φιλόσοφου, ιστορικού και πολιτικού Κωνσταντίνου Κουρτίδη. Μεταξωτά κατασκευάζονται ακόμη και διατίθενται από τα καταστήματα της πόλης. Σώζονται πολλά παραδοσιακά σπίτια όπου γίνονταν η εκτροφή των κουκουλιών (μεταξοσκωλήκων).
Απαραίτητη είναι η επίσκεψη στο Δημοτικό Μουσείο που στεγάζεται στο αρχοντικό Μπρίκα και στις εκκλησίες του Αγίου Γεωργίου, με τους διώροφους γυναικωνίτες και το περίτεχνα σκαλισμένο τέμπλο, και του Αγίου Αθανασίου.
Γύρω από την κεντρική πλατεία του Σουφλίου, όπου αγόρευσαν κατά καιρούς μεγάλες προσωπικότητες της Ελλάδας, βρίσκονται τα καταστήματα του μεταξιού με τα πασίγνωστα προϊόντα. Επίσης στην αγορά μπορείτε να αγοράσετε πεντανόστιμα εδέσματα. Αναζητήστε στα κρεοπωλεία τον καβουρμά και τα λουκάνικα, καθώς και εξαιρετικά γλυκά, τσίπουρο και κρασί.
ΔΑΔΙΑ
Στην πλαγιά του βουνού της Γκίμπρενας είναι κτισμένο το χωριό της Δαδιάς, ένας οικισμός όπου διατηρούνται η παράδοση των εθνικών αγώνων και μερικά πανάρχαια ελληνικά έθιμα.
Το όνομα του προήλθε από το άφθονο δαδί, το γεμάτο, δηλαδή, ρετσίνι ξύλο του πεύκου που στα παλιότερα χρόνια χρησίμευε ως προσάναμα και ως φωτιστικό μέσο.
Οι πρώτοι κάτοικοι της Δαδιάς ήρθαν εδώ για να βρουν καταφύγιο, όταν φοβερό θανατικό χτύπησε την πατρίδα τους, τη μεγάλη πόλη που βρίσκονταν στην όχθη του Έβρου. Ίχνη της πόλης αυτής εύκολα διακρίνει κανένας στο ύψωμα που είναι δίπλα στον Έβρο εκεί που ο παραπόταμος του Μαγγάζι έρχεται να ενωθεί μαζί του. Οι κάτοικοι εγκατέλειψαν αυτή τη μεγάλη πόλη και οι μεν άρχοντες και μορφωμένοι έκτισαν την Κορνοφωλιά, χωριό που βρίσκεται βορειότερα κοντά στο Σουφλί, οι οικοδόμοι τη Λευκίμη και οι εργάτες και υλοτόμοι τη Δαδιά για να είναι κοντά στο δάσος.
Οι Τούρκοι έλεγαν το χωριό Τσιάμκιοϊ, δηλαδή Πευκοχώρι, αλλά πολύ νωρίς αυτό πήρε το όνομα της Δαδιάς όπως φαίνεται από τους κώδικες της Μητροπόλεως Διδυμοτείχου του περασμένου αιώνα.
Το δάσος της Δαδιάς είναι πολύ γνωστό, καθώς αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους βιοτόπους της Ευρώπης. Η περιοχή του Δάσους Δαδιάς αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα μεσογειακού οικοσυστήματος το οποίο έχει διαμορφωθεί μέσα από αιώνες ήπιας συνύπαρξης ανθρώπου και φύσης. Η βλάστηση αποτελείται κυρίως από ώριμα δάση μαύρης και τραχείας πεύκης καθώς και από δάση βελανιδιάς. Η πλούσια δασική κάλυψη διακόπτεται συχνά από ξέφωτα, μικρά βοσκοτόπια και καλλιεργούμενες εκτάσεις.
Το πλούσιο μωσαϊκό τοπίων που προκύπτει από τα παραπάνω χαρακτηριστικά, αποτελεί τον ιδανικό βιότοπο για τη διαβίωση των αρπακτικών πουλιών: Στην περιοχή φιλοξενούνται τα 36 από τα 38 είδη αρπακτικών πουλιών της Ευρώπης, μεταξύ των οποίων πολλά σπάνια είδη, όπως ο βασιλαετός (Aquila heliaca) και ο κραυγαετός (Aquila pomarina). Είναι από τις μοναδικές περιοχές της Ευρώπης στην οποία συμβιώνουν τόσα διαφορετικά είδη αρπακτικών πουλιών και η μοναδική όπου ταυτόχρονα απαντώνται τα τρία από τα τέσσερα διαφορετικά είδη γυπών (μαυρόγυπας, όρνιο, ασπροπάρης) της Ευρώπης.
Το όνομα του προήλθε από το άφθονο δαδί, το γεμάτο, δηλαδή, ρετσίνι ξύλο του πεύκου που στα παλιότερα χρόνια χρησίμευε ως προσάναμα και ως φωτιστικό μέσο.
Οι πρώτοι κάτοικοι της Δαδιάς ήρθαν εδώ για να βρουν καταφύγιο, όταν φοβερό θανατικό χτύπησε την πατρίδα τους, τη μεγάλη πόλη που βρίσκονταν στην όχθη του Έβρου. Ίχνη της πόλης αυτής εύκολα διακρίνει κανένας στο ύψωμα που είναι δίπλα στον Έβρο εκεί που ο παραπόταμος του Μαγγάζι έρχεται να ενωθεί μαζί του. Οι κάτοικοι εγκατέλειψαν αυτή τη μεγάλη πόλη και οι μεν άρχοντες και μορφωμένοι έκτισαν την Κορνοφωλιά, χωριό που βρίσκεται βορειότερα κοντά στο Σουφλί, οι οικοδόμοι τη Λευκίμη και οι εργάτες και υλοτόμοι τη Δαδιά για να είναι κοντά στο δάσος.
Οι Τούρκοι έλεγαν το χωριό Τσιάμκιοϊ, δηλαδή Πευκοχώρι, αλλά πολύ νωρίς αυτό πήρε το όνομα της Δαδιάς όπως φαίνεται από τους κώδικες της Μητροπόλεως Διδυμοτείχου του περασμένου αιώνα.
Το δάσος της Δαδιάς είναι πολύ γνωστό, καθώς αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους βιοτόπους της Ευρώπης. Η περιοχή του Δάσους Δαδιάς αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα μεσογειακού οικοσυστήματος το οποίο έχει διαμορφωθεί μέσα από αιώνες ήπιας συνύπαρξης ανθρώπου και φύσης. Η βλάστηση αποτελείται κυρίως από ώριμα δάση μαύρης και τραχείας πεύκης καθώς και από δάση βελανιδιάς. Η πλούσια δασική κάλυψη διακόπτεται συχνά από ξέφωτα, μικρά βοσκοτόπια και καλλιεργούμενες εκτάσεις.
Το πλούσιο μωσαϊκό τοπίων που προκύπτει από τα παραπάνω χαρακτηριστικά, αποτελεί τον ιδανικό βιότοπο για τη διαβίωση των αρπακτικών πουλιών: Στην περιοχή φιλοξενούνται τα 36 από τα 38 είδη αρπακτικών πουλιών της Ευρώπης, μεταξύ των οποίων πολλά σπάνια είδη, όπως ο βασιλαετός (Aquila heliaca) και ο κραυγαετός (Aquila pomarina). Είναι από τις μοναδικές περιοχές της Ευρώπης στην οποία συμβιώνουν τόσα διαφορετικά είδη αρπακτικών πουλιών και η μοναδική όπου ταυτόχρονα απαντώνται τα τρία από τα τέσσερα διαφορετικά είδη γυπών (μαυρόγυπας, όρνιο, ασπροπάρης) της Ευρώπης.